Or - translation to γαλλικά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:     

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

Or - translation to γαλλικά

WIKIMEDIA DISAMBIGUATION PAGE
OR; O.R.; OR (disambiguation); Or (disambiguation); O.r.; Or.; O R

Or         
Or, male or female name (Hebrew)
ores         
already
oration      
n. speech-making, giving lectures

Ορισμός

or
or1
¦ conjunction
1. used to link alternatives.
2. introducing a synonym or explanation of a preceding word or phrase.
3. otherwise.
4. archaic either.
¦ noun (OR)
1. a logical operation which gives the value one if at least one operand has the value one, and otherwise gives a value of zero.
2. [as modifier] Electronics denoting a gate circuit which produces an output if there is a signal on any of its inputs.
Phrases
or so (after a quantity) approximately.
Origin
ME: a reduced form of the obs. conjunction other (which superseded OE oththe 'or').
--------
or2
¦ noun gold or yellow, as a heraldic tincture.
Origin
C16: from Fr., from L. aurum 'gold'.

Βικιπαίδεια

Or

Or or OR may refer to:

Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για Or
1. Outil de diversification, or physique ou or papier, quel support privilégier?
2. CHF 148‘500.– en or rouge et CHF 150‘500.– en or gris.
3. Le boîtier est disponible en acier, or rouge ou or blanc.
4. Si le monde revenait au standard or– Imaginez que les pays industrialisés convertissent leur monnaie et reviennent au standard or.
5. Or aujourd‘hui, ce chiffre risque bien d‘exploser.